Tο τελευταίο προπύργιο της κυβέρνησης στον βορρά έπεσε το Σάββατο 14 Aυγούστου στα χέρια των Ταλιμπάν, η προέλαση των οποίων προς την Καμπούλ συνεχίζεται χωρίς ουσιαστική αντίσταση, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να παρακολουθούν χωρίς ουσιαστική παρέμβαση να «χάνονται» όσα προσπάθησαν να «χτίσουν» εδώ και δύο δεκαετίες με την παρέμβασή τους στην ασιατική χώρα
Οι Ταλιμπάν κατέλαβαν το βράδυ του Σαββάτου τη Μαζάρ-ι-Σαρίφ, την τελευταία μεγάλη πόλη του βόρειου Αφγανιστάν που τελούσε ακόμη υπό τον έλεγχο των κυβερνητικών δυνάμεων, “χωρίς πραγματικά να συναντήσουν αντίσταση”, είπαν στο Γαλλικό Πρακτορείο κάτοικοι της πόλης. “Οι Ταλιμπάν παρελαύνουν πάνω στα οχήματα και τις μοτοσικλέτες τους, πυροβολώντας στον αέρα για να γιορτάσουν”, δήλωσε ο Ατικουλάχ Γαγιόρ, που μένει κοντά στο διάσημο μπλε τζαμί της Μαζάρ-ι-Σαρίφ, διευκρινίζοντας ότι οι αφγανικές δυνάμεις αποχωρούσαν από την πόλη.
Νωρίτερα το Σάββατο, ένα πρώτο απόσπασμα των αμερικανών Πεζοναυτών, με αποστολή να εγγυηθούν την ασφάλεια της εκκένωσης, έφθασε στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, μιας από τις λιγοστές μεγάλες πόλεις που παραμένουν στα χέρια των κυβερνητικών δυνάμεων. Στο μεταξύ η αμερικανική πρεσβεία έδωσε εντολή στο προσωπικό της να καταστρέψει ευαίσθητα έγγραφα και σύμβολα του αμερικανικού κράτους που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για «προπαγανδιστικούς σκοπούς» από τους ισλαμιστές αντάρτες.
Μετά την Κανταχάρ, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, οι Ταλιμπάν κατέλαβαν χθες την Πουλ-ι-Άλαμ, πρωτεύουσα της επαρχίας Λογκάρ, που απέχει μόλις 50 χιλιόμετρα νότια της Καμπούλ, και στα χέρια τους βρίσκονται πλέον οι μισές και πλέον πρωτεύουσες των επαρχιών του Αφγανιστάν· έπεσαν όλες μέσα σε μόλις οκτώ ημέρες.
Είχαν προηγουμένως πάρει τη Λασκάρ Γκα, πρωτεύουσα της Χελμάντ, στο νότιο τμήμα της χώρας, και τη Σαγσαράν, την πρωτεύουσα της επαρχίας Γορ. Το μεγαλύτερο μέρος του βόρειου, του δυτικού και του νότιου τμήματος της χώρας έχει πλέον καταληφθεί από τους Ταλιμπάν.
Ο Ισμαήλ Χαν, 75 ετών, από τους γνωστότερους πολέμαρχους στο Αφγανιστάν, αιχμαλωτίστηκε από τους Ταλιμπάν μετά την πτώση την Πέμπτη της Χεράτ (δυτικά), της τρίτης μεγαλύτερης πόλης της χώρας, όπου ήταν αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος εδώ και δεκαετίες. Οι ισλαμιστές αντάρτες υποσχέθηκαν να εγγυηθούν την ασφάλειά του.
Στη Λασκάρ Γκα, επαρχία που είχαν κυριεύσει και στο παρελθόν οι Ταλιμπάν, η υποδοχή τους ήταν μάλλον ευνοϊκή και η ηρεμία αποκαταστάθηκε γρήγορα έπειτα από αρκετές ημέρες σφοδρών εχθροπραξιών, σύμφωνα με έναν κάτοικο, τον Άμπντουλ Χαλίμ.
Σε διαβουλεύσεις ο Άσραφ Γάνι με τοπικούς ηγέτες και διεθνείς εταίρους
Ο πρόεδρος του Αφγανιστάν Άσραφ Γάνι δήλωσε ότι βρίσκεται σε επείγουσες διαβουλεύσεις με τοπικούς ηγέτες και διεθνούς εταίρους σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα, καθώς οι Ταλιμπάν συνεχίζουν την προέλασή τους.
«Ως πρόεδρός σας, εστιάζομαι στο να αποτρέψω το ενδεχόμενο περαιτέρω αστάθειας, βίας και εκτοπισμού του λαού μου», είπε ο Γάνι κατά τη διάρκεια μιας σύντομης τηλεοπτικής παρέμβασης.
«Η εκ νέου κινητοποίηση των δυνάμεών μας ασφαλείας και άμυνας αποτελεί την κύρια προτεραιότητά μας και σοβαρά μέτρα λαμβάνονται με αυτόν τον σκοπό», τόνισε ο Γάνι.
Ο ίδιος δεν έκανε καμία αναφορά σε μια πιθανή παραίτηση, την οποία ζητούν ορισμένοι.
Η στρατιωτική κατάσταση είναι κρίσιμη στο Αφγανιστάν. Σε λίγο παραπάνω από μία εβδομάδα, οι Ταλιμπάν πήραν τον έλεγχο σχεδόν ολόκληρου του βόρειου, του δυτικού και του νότιου τμήματος της χώρας και έχουν πλησιάσει την Καμπούλ, απέχοντας περίπου 50 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα.
«Δεν θα επιτρέψω ο πόλεμος που επιβάλλεται στον λαό να προκαλέσει τον θάνατο περισσότερων αθώων ανθρώπων, την εξαφάνιση των επιτευγμάτων των τελευταίων 20 ετών, την καταστροφή των κρατικών υποδομών και τη συνέχιση της αστάθειας», υποσχέθηκε επίσης ο πρόεδρος του Αφγανιστάν.
Δεν αναμένεται νέα στρατιωτική εμπλοκή της Δύσης
«Το μεγαλύτερο μέρος της πόλης έχει μετατραπεί σε συντρίμμια εξαιτίας των μαχών και δεν υπάρχουν επαρκείς ποσότητες τροφίμων στην αγορά. Επικρατεί ατμόσφαιρα κατεχόμενης πόλης», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Οι Ταλιμπάν εξαπέλυσαν την ολομέτωπη επίθεσή τους τον Μάιο, όταν ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επιβεβαίωσε την έναρξη της διαδικασίας αποχώρησης των τελευταίων ξένων στρατευμάτων που απέμεναν στη χώρα, 20 χρόνια μετά την επέμβαση του διεθνούς συνασπισμού υπό τις ΗΠΑ που ανέτρεψε το καθεστώς των ισλαμιστών εξαιτίας της άρνησής του να παραδώσει τον Οσάμα μπιν Λάντεν, τον ηγέτη της Αλ Κάιντα.
Η αποχώρηση αναμένεται να έχει αποπερατωθεί την 31η Αυγούστου. Ο Τζο Μπάιντεν στο μεταξύ διαβεβαίωσε πως δεν μετανιώνει για την απόφαση αυτή, παρά την ταχύτητα με την οποία ο αφγανικός στρατός αποσυντίθεται, προς κατάπληξη και απογοήτευση της Ουάσινγκτον, που δαπάνησε κάπου 1 τρισεκατομμύριο δολάρια για να τον εκπαιδεύσει και να τον εξοπλίσει.
Οι ΗΠΑ λένε πως είναι έτοιμες να απομακρύνουν αεροπορικώς «χιλιάδες ανθρώπους την ημέρα», μολονότι εκτιμούν ότι η Καμπούλ δεν αντιμετωπίζει «άμεση απειλή».
Το Λονδίνο ανακοίνωσε από τη δική του πλευρά πως στέλνει 600 μέλη των βρετανικών ένοπλων δυνάμεων στην Καμπούλ για να εγγυηθούν την ασφάλεια των υπηκόων του Ηνωμένου Βασιλείου που πρόκειται να απομακρυνθούν από τη χώρα.
Ο βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, έπειτα από έκτακτη συνεδρίαση της κυβερνητικής επιτροπής διαχείρισης κρίσεων, τόνισε πως το Λονδίνο έχει σκοπό να «ασκήσει πίεση» διά της διπλωματικής και της πολιτικής οδού, πάντως αποκλείει κάθε υπόθεση «στρατιωτικής λύσης».
Αρκετές χώρες – Ολλανδία, Φινλανδία, Σουηδία, Ιταλία και Ισπανία – ανακοίνωσαν χθες ότι θα μειώσουν στο ελάχιστο την παρουσία τους στη χώρα και προγράμματα υποδοχής αφγανών υπαλλήλων τους.
Η Γερμανία επίσης ανακοίνωσε πως θα μειώσει το διπλωματικό της προσωπικό στην Καμπούλ στο «απόλυτο μίνιμουμ».
Άλλες χώρες, ανάμεσά τους η Νορβηγία και Δανία, προτίμησαν να ανακοινώσουν πως κλείνουν προσωρινά τις πρεσβείες τους. Η Ελβετία, που δεν διατηρεί πρεσβεία στην Καμπούλ, ανακοίνωσε και αυτή ότι θα υποδεχθεί ορισμένους ντόπιους υπαλλήλους της καθώς και τον προσεχή επαναπατρισμό των τριών ελβετών διπλωματών που απέμεναν.
Η διαδικασία της απομάκρυνσης των ξένων διπλωματών κινήθηκε καθώς οι ισλαμιστές αντάρτες κωφεύουν στα διαβήματα και τις διπλωματικές προσπάθειες των ΗΠΑ και της διεθνούς κοινότητας.
Καμιά διάθεση για συμβιβασμό
Τρεις ημέρες διεθνών επαφών στη Ντόχα, στο Κατάρ, ολοκληρώθηκαν την Πέμπτη χωρίς να σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος. Με κοινή ανακοίνωσή τους οι ΗΠΑ, το Πακιστάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Κίνα τόνισαν πως δεν πρόκειται να αναγνωρίσουν καμία κυβέρνηση που «θα επιβληθεί διά της βίας» στο Αφγανιστάν.
Οι Ταλιμπάν μοιάζουν να μην έχουν καμιά διάθεση για συμβιβασμό, παρότι οι αρχές πρότειναν την Πέμπτη για να αποφύγουν την καταστροφή «να μοιραστούν την εξουσία με αντάλλαγμα τη διακοπή της βίας», σύμφωνα με κυβερνητικό διαπραγματευτή στην Ντόχα, που ζήτησε να μην κατονομαστεί.
Ο αφγανός πρόεδρος Άσραφ Γάνι ως τώρα απέρριπτε πάντα δημόσια τις προτροπές να σχηματιστεί μεταβατική μη εκλεγμένη κυβέρνηση με τη συμμετοχή των ισλαμιστών ανταρτών.
Στην Ουάσινγκτον, πρόεδρος Μπάιντεν είναι αντιμέτωπος με πίεση από την αντιπολίτευση, καθώς η απομάκρυνση του αμερικανικού διπλωματικού προσωπικού δημιουργεί αναπόφευκτους συνειρμούς, τον αναπόδραστο παραλληλισμό με την πτώση της Σαϊγκόν, στο Βιετνάμ, το 1975.
«Το Αφγανιστάν παραπαίει προς μια τεράστια καταστροφή, προβλέψιμη, που μπορούσε να αποφευχθεί», σφυροκόπησε την Πέμπτη ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Ρεπουμπλικάνων στην αμερικανική Γερουσία, ο Μιτς Μακόνελ.
Η προέλαση των Ταλιμπάν έχει βαρύ ανθρώπινο κόστος. Τουλάχιστον 183 άμαχοι έχουν σκοτωθεί και 1.181 έχουν τραυματιστεί, ανάμεσά τους παιδιά, μέσα στον τελευταίο μήνα στη Λασκάρ Γκα, στην Κανταχάρ, τη Χεράτ και στην Κουντούζ, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ο Αντόνιο Γκουτέρες, δήλωσε πως του προκαλούν «φρίκη» και «ταραχή» οι πληροφορίες για τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων των γυναικών στο Αφγανιστάν.
«Είναι ιδιαίτερα φρικιαστικό και αποκαρδιωτικό να βλέπεις τα δικαιώματα των κοριτσιών και των γυναικών που κατακτήθηκαν με σκληρούς αγώνες να τους αφαιρούνται», πρόσθεσε.
Χθες Παρασκευή η κυβέρνηση του Καναδά ανακοίνωσε πως είναι έτοιμη να υποδεχθεί 20.000 αφγανούς πρόσφυγες, στο πλαίσιο νέου προγράμματος μετανάστευσης που έχει ιδίως σκοπό η χώρα να υποδεχθεί «ιδιαίτερα ευάλωτα πρόσωπα», κυρίως γυναίκες με ηγετικό ρόλο στους τομείς τους, υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μέλη θρησκευτικών μειονοτήτων υπό διωγμό, καθώς και μέλη της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ.
Η πρεσβεία των ΗΠΑ στην Καμπούλ άρχισε να καταστρέφει έγγραφα
Η πρεσβεία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στην Καμπούλ διέταξε την Παρασκευή το προσωπικό της να καταστρέψει ευαίσθητα έγγραφα και σύμβολα του αμερικανικού κράτους που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς προπαγάνδας από τους Ταλιμπάν, την ώρα που οι ισλαμιστές αντάρτες πλησιάζουν την αφγανική πρωτεύουσα.
Σε υπηρεσιακό σημείωμα που μπόρεσε να συμβουλευθεί το Γαλλικό Πρακτορείο, στέλεχος της πρεσβείας υπενθυμίζει στο προσωπικό πού βρίσκεται ο αποτεφρωτήρας της πρεσβείας και άλλος εξοπλισμός καταστροφής εγγράφων.
Στα είδη προς καταστροφή συμπεριλαμβάνονται «αντικείμενα που φέρουν τον λογότυπο της πρεσβείας ή του υπουργείου, αμερικανικές σημαίες και άλλα αντικείμενα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για προπαγανδιστικούς σκοπούς», διευκρινίζεται στο σημείωμα.
Εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ διαβεβαίωσε ότι πρόκειται για τη συνήθη διαδικασία σε περίπτωση μείωσης της διπλωματικής παρουσίας των ΗΠΑ σε οποιαδήποτε χώρα.
«Η μείωση του προσωπικού στις διπλωματικές αντιπροσωπείες μας σε όλο τον κόσμο γίνεται βάσει τυποποιημένης επιχειρησιακής διαδικασίας», εξήγησε ο εκπρόσωπος.
Η Ουάσινγκτον ανησυχεί καθώς οι Ταλιμπάν συνεχίζουν την προέλαση-αστραπή, κατέλαβαν τις μεγαλύτερες πόλεις του Αφγανιστάν και πλησιάζουν επικίνδυνα την Καμπούλ.
Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν αποφάσισε να σταλούν 3.000 αμερικανοί στρατιωτικοί για να εγγυηθούν την ασφάλεια κατά τη διάρκεια της απομάκρυνσης του μεγαλύτερου μέρους του αμερικανικού διπλωματικού προσωπικού και άλλων υπηκόων των ΗΠΑ, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη προετοιμασίες ώστε η πρεσβεία να μετεγκατασταθεί στο αεροδρόμιο.
Ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου, ο Τζον Κέρμπι, διαβεβαίωσε μολαταύτα χθες Παρασκευή ότι η Καμπούλ δεν αντιμετωπίζει «άμεση απειλή».
Η κυβέρνηση Μπάιντεν λαμβάνει προφυλάξεις για να προστατεύσει τους αμερικανούς διπλωμάτες στο Αφγανιστάν, εννιά χρόνια μετά την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου 2012 εναντίον του αμερικανικού προξενείου στη Βεγγάζη της Λιβύης. Στην επίθεση εκείνη σκοτώθηκαν τέσσερις Αμερικανοί, συμπεριλαμβανομένου του πρεσβευτή Κρις Στίβενς.
“Βαθιά ταραγμένος” ο επικεφαλής του ΟΗΕ μετά τις πληροφορίες για παραβιάσεις των δικαιωμάτων των γυναικών από τους Ταλιμπάν
Ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες δήλωσε σήμερα “βαθύτατα ταραγμένος” μετά τις πληροφορίες για παραβιάσεις των δικαιωμάτων των Αφγανών γυναικών από τους Ταλιμπάν.
“Με ανησυχούν βαθύτατα οι πρώτες πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες οι Ταλιμπάν επιβάλλουν αυστηρούς περιορισμούς στα ανθρώπινα δικαιώματα στις περιοχές που ελέγχουν”, δήλωσε ο επικεφαλής του ΟΗΕ στους δημοσιογράφους στη Νέα Υόρκη. “Είναι ιδιαίτερα εξοργιστικό και αποκαρδιωτικό να βλέπεις τα δικαιώματα των Αφγανών κοριτσιών και γυναικών που αποκτήθηκαν με σκληρούς αγώνες, να τους αφαιρούνται”.
Ο Γκουτέρες κάλεσε τους Ταλιμπάν να σταματήσουν αμέσως την επίθεσή τους στη χώρα και προειδοποίησε ότι το “Αφγανιστάν βγαίνει εκτός ελέγχου”.
“Αυτή είναι η στιγμή που πρέπει να σταματήσει η επίθεση. Αυτή είναι η στιγμή να ξεκινήσουν σοβαρές διαπραγματεύσεις. Αυτή είναι η στιγμή να αποφευχθεί ένας παρατεταμένος εμφύλιος πόλεμος ή η απομόνωση του Αφγανιστάν”, δήλωσε ο Γκουτέρες.
Σχεδόν 241.000 άνθρωποι αναγκάστηκαν να τραπούν σε φυγή υπό το φώς της αμείλικτης προέλασης των ανταρτών, είπε ο Γκουτέρες, χαρακτηρίζοντας την κατάσταση στην οποία έχει βυθιστεί το Αφγανιστάν “αφάνταστη τραγωδία”.
“Μόνο τον περασμένο μήνα, περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν” σε επιθέσεις εναντίον αμάχων, δήλωσε ο επικεφαλής του ΟΗΕ.
“Οι επιθέσεις εναντίον αμάχων συνιστούν σοβαρή παραβίαση του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και ισοδυναμούν με έγκλημα πολέμου”, δήλωσε, ζητώντας να λογοδοτήσουν οι δράστες των πράξεων αυτών.
Οι Ταλιμπάν παίρνουν τον οπλισμό του εχθρού
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ξόδεψαν 20 χρόνια και εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια προκειμένου να εκπαιδεύσουν και να εξοπλίσουν τον αφγανικό στρατό. Όμως αυτό δεν εμπόδισε την αποσύνθεσή του μπροστά στην επίθεση των Ταλιμπάν που συσσωρεύουν ένα επικίνδυνο οπλοστάσιο το οποίο υπεξαίρεσαν από τον εχθρό.
«Εφοδιάσαμε τους Αφγανούς εταίρους μας με όλα τα εργαλεία, επιτρέψτε μου να επιμείνω σε αυτό, όλα τα εργαλεία», είχε δηλώσει τον Ιούλιο ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, υπεραμυνόμενος της απόφασής του να αποσύρει τα τελευταία αμερικανικά στρατεύματα από τη χώρα και να αφήσει τους Αφγανούς να παλεύουν για το μέλλον τους.
Όμως τα μέλη των αφγανικών δυνάμεων ασφαλείας δεν έδειξαν μεγάλη επιθυμία για μάχη. Κατά χιλιάδες, κατέθεσαν τα όπλα, μερικές φορές χωρίς να προβάλουν την παραμικρή αντίσταση. Από την πλευρά τους, οι Ταλιμπάν έσπευσαν να βάλουν χέρι σε αυτά τα «εργαλεία».
Ιστότοποι που πρόσκεινται στους Ταλιμπάν είναι γεμάτοι βίντεο μαχητών Ταλιμπάν που κατάσχουν ένα φορτίο όπλων, την πλειονότητα των οποίων προμήθευσαν οι δυτικές δυνάμεις.
Άλλες εικόνες στρατιωτών που παραδίδονται στους Ταλιμπάν στην πόλη Κουντούζ, στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας, δείχνουν θωρακισμένα οχήματα με αντιαρματικούς εκτοξευτές πυραύλων στα χέρια των εξεγερμένων.
Στη δυτική πόλη Φάραχ, μαχητές περιπολούν στους δρόμους σε ένα όχημα που φέρει τα επίσημα διακριτικά των αφγανικών υπηρεσιών πληροφοριών.
Αν και τα αμερικανικά στρατεύματα πήραν μαζί τους κατά την αποχώρηση τον λεγόμενο «προχωρημένο» εξοπλισμό, οι Ταλιμπάν ανέκτησαν «οχήματα, χάμβι, ελαφρά όπλα και πυρομαχικά», εξηγεί στο AFP ο Τζάστιν Φλέσνερ, από τη ΜΚΟ Conflict Armament Research (CAR).
Για τους ειδικούς, αυτά τα ανέλπιστα λάφυρα βοήθησαν σε μεγάλο βαθμό τους Ταλιμπάν, που μπορούν επίσης να υπολογίζουν στις δικές τους πηγές εφοδιασμού σε όπλα. Το Πακιστάν, κυρίως, κατηγορείται ότι χρηματοδοτεί και εξοπλίζει τους Ταλιμπάν, κάτι που πάντα διέψευδε.
Ο οπλισμός αυτός δεν θα βοηθήσει τους Ταλιμπάν μόνο να εξαπολύσουν ξαφνική επίθεση κατά της Καμπούλ, αλλά και να «ενισχύσουν την εξουσία τους» στις πόλεις τις οποίες κατέλαβαν, εκτιμά ο Ραφαέλ Παντούτσι, ειδικός στο S. Rajaratnam School of International Studies της Σιγκαπούρης.
Τα αμερικανικά στρατεύματα έχουν πλέον αποχωρήσει σχεδόν στο σύνολό τους, με τους Ταλιμπάν να βρίσκονται με τα χέρια γεμάτα αμερικανικό υλικό, χωρίς να χρειαστεί να δαπανήσουν ούτε ένα σεντ για να το αποκτήσουν.
«Είναι πάρα πολύ σοβαρό. Θα είναι αναμφισβήτητα ένα τεράστιο δώρο γι΄αυτούς», προσθέτει ο Παντούτσι.
Μερικές εβδομάδες πριν από την 20ή επέτειο των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στις ΗΠΑ, το οπλοστάσιο αυτό επιδεικνύεται με υπερηφάνεια από τους Ταλιμπάν, οι οποίοι, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, εξακολουθούν να διατηρούν στενές σχέσεις με την Αλ Καίντα, την οργάνωση που ευθύνεται για τις επιθέσεις.
Οι Αμερικανοί ήταν προετοιμασμένοι για το ενδεχόμενο ορισμένα όπλα να κατασχεθούν από τους Ταλιμπάν, αλλά η γρήγορη πτώση των πόλεων ήταν το πιο απαισιόδοξο σενάριο για αυτούς, εξηγεί στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Τζέισον Αμερίν, πρώην μέλος των αμερικανικών ειδικών δυνάμεων που είχε λάβει μέρος στην εισβολή του 2001 για την εκδίωξη των Ταλιμπάν από την εξουσία.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξόπλισαν τον ANA (τον αφγανικό εθνικό στρατό) θεωρώντας ότι όπλα και υλικό μπορεί να έπεφταν στα χέρια των Ταλιμπάν», λέει. «Η παρούσα κρίση ήταν το χειρότερο σενάριο, όταν ελήφθησαν οι αποφάσεις για τη δωρεά [οπλισμού].»
Στην Κουντούζ, ένας Ταλιμπάν καθισμένος σε μια κόκκινη μοτοσικλέτα κινηματογραφείται την ώρα που κοιτάζει εκστατικός ένα στρατιωτικό ελικόπτερο σταθμευμένο στην πίστα του αεροδρομίου εκεί κοντά.
Η ίδια αγαλλίαση είναι αισθητή σε όλες τις περιφέρειες που κατακτήθηκαν από τους Ταλιμπάν. Όμως αν και εξακολουθούν να δείχνουν εικόνες για να κινητοποιούν τα στρατεύματά τους, οι Ταλιμπάν δεν θα μπορέσουν να χρησιμοποιήσουν αυτό το ελικόπτερο χωρίς πιλότο.
«Θα είναι μόνο για σκοπούς προπαγάνδας», δηλώνει στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Άκι Πέριτς, πρώην αναλυτής αντιτρομοκρατίας στη CIA.
Τα ελαφρά όπλα θα είναι πολύ πιο χρήσιμα, όπως και τα οχήματα που θα διευκολύνουν τις μετακινήσεις σε αυτό το ανώμαλο έδαφος. Ο εξοπλισμός αυτός, που συνδέεται με το πεσμένο ηθικό του αφγανικού στρατού, θα ενισχύσει την απειλή που θέτουν οι Ταλιμπάν.
Ωστόσο η κυβέρνηση Μπάιντεν ανέφερε πως θα συνεχίσει να εξοπλίζει τον αφγανικό στρατό, που βρίσκεται στο χείλος της κατάρρευσης.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μετά την αποχώρησή τους από το Ιράκ, η οργάνωση Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ) κατέλαβε την πόλη Μοσούλη στα μέσα του 2014, κατάσχοντας αμερικανικά όπλα και χάμβι. Το ΙΚ τα χρησιμοποίησε στη συνέχεια προκειμένου να ανακηρύξει το χαλιφάτο του στο Ιράκ και στη Συρία.
Όπως οι μαχητές του ΙΚ στη Μοσούλη, οι νεοσύλλεκτοι Ταλιμπάν ποζάρουν για φωτογραφίες, χαμογελώντας, με πυρομαχικά που πήραν από τον εχθρό, στις εκ νέου κατακτημένες πόλεις, παντού στο Αφγανιστάν. «Αυτή η αποχώρηση μετατρέπεται σε καταστροφή», διαπιστώνει ο Πέριτς.
Πηγή: ΑΠΕ
Δραματικές εξελίξεις με τον πληθυσμό να είναι όπως πάντα το θύμα… Οι Ταλιμπάν υποτίθεται προσπαθούν να δείξουν ένα διαφορετικό πρόσωπο και ότι δεν είναι πια αυτοί που ήταν… Αν ήταν έτσι όμως δεν θα έφευγαν όλοι για πρόσφυγες.